«Σε μερικούς ανθρώπους, έρχεται μια μέρα που πρέπει, το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τό‘χει έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το ,πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθηση του». (Κ. Καβάφης)
Ο γεννημένος στην Κέρκυρα,(από Λευκαδίτες γονείς) ) φοιτητής Κώστας Γεωργάκης ήταν ο άνθρωπος που ήταν έτοιμος από καιρό να πει το μεγάλο «Ναι» στη Θυσία και το μεγάλο «όχι» στη Χούντα.
Σπούδαζε στη Γένοβα, έβλεπε την πατρίδα του να βυθίζεται όλο και πιο πολύ στο σκοτάδι της χούντας και αυτό δεν το άντεξε… Θέλησε να φωνάξει, να ουρλιάξει, και το έκανε- Με τρόπο μοναδικά εκκωφαντικό- μια ημέρα στις 19 του Σεπτέμβρη του 1970 – ξημερώματα, στην πλατεία Ματεότι της Γένοβας, μπροστά από το δικαστικό μέγαρο, περιέλουσε εαυτόν με βενζίνη –αυτοπύρπολήθηκε- για να πέσει φως στο σκοτάδι της δικτατορίας
«Φτηνά τη Λευτεριά δεν την πουλούν πουθενά. Ούτε και τη χαρίζουνε. Όσοι την πήραν χάρισμα τη χαράμισαν» έλεγε ο σπουδαίος Μενέλαος Λουντέμης. Κάποιοι άνθρωποι έχουν βαριά τη συνείδηση της ελευθερίας μέσα τους. Δεν μπορούν να ζουν σε καθεστώτα ανελεύθερα. Δεν το «σηκώνουν». Κι ο φοιτητής Κώστας Γεωργάκης δεν άντεξε να βλέπει την Ελλάδα να βυθίζεται στο σκοτάδι της δικτατορίας στο φασιστικό, χουντικό καθεστώς των συνταγματαρχών. Και αποφάσισε να θυσιάσει τα νιάτα του και να γίνει εκείνος το φως. Στις 19 του Σεπτέμβρη στη Γένοβα, μετέτρεψε το κορμί του σε λαμπάδα. Ο τρόπος με τον οποίον αποφάσισε να αντισταθεί στην χούντα και να ευαισθητοποιήσει την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη μπροστά σε όσα βιώνει η Ελλάδα, τον τρίτο εκείνο χρόνο ανελευθερίας και κατάλυσης της δημοκρατίας, φανερώνει την απόλυτη ανιδιοτέλεια της πράξης του.
Θυσιάστηκε για αυτό που πίστευε,. Η θυσία του ήταν μια ανυπέρβλητη ηρωική πράξη. Έδωσε ό,τι πιο πολύτιμο είχε και του ανήκε, την ίδια του την ζωή και μάλιστα πάνω στην άνοιξη της νιότης του. Ήταν μόλις είκοσι δύο ετών.
“Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! είπε ένας από το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.
Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.
Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;
Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.
Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.
Γινόταν ήλιος».
«Ντύθηκες γαμπρός, φωταγωγήθηκες σαν έθνος. Έγινες ένα θέαμα ψυχής, ξεδιπλωμένης στον ορίζοντα. Είσαι η φωτεινή, περίληψη του δράματός μας, τα χέρια μας προς την Ανατολή και τα χέρια μας προς τη Δύση. Είσαι στην ίδια λαμπάδα τη μια τ’ αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας», έγραψε για εκείνον ο Νικηφόρος Βρεττάκος.
Πέρασαν 52 χρόνια από τη μεγάλη θυσία του… κι οι φλόγες που τον τύλιξαν μας δείχνουν ακόμα τον σωστό δρόμο Ως χρέος τιμής και μνήμης παραθέτουμε αυτά τα λίγα λόγια ανακατεμένα με εκείνα των ποιητών με την πεποίθηση ότι οι αξίες, τα ιδανικά και η θυσία δεν ξεφτίζουν όσα χρόνια και αν περάσουν.
Ο αγώνας για την ελευθερία και τη δημοκρατία είναι μία διαρκής διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ.
Είναι χρέος όλων μας να μην αφήσουμε να λησμονηθεί το όνομα του Κώστα Γεωργάκη και κυρίως να μην αφήσουμε τη δημοκρατία και την ελευθερία να πετάξουν μακριά μας… Αλλιώς, θα προσβάλλουμε τη μνήμη των «ορατών» και «αόρατων» αγωνιστών, θα γκρεμίσουμε το παρόν μας και θα ναρκοθετήσουμε το μέλλον των παιδιών μας… Η ιστορία, η γνώση, η μνήμη θα είναι για πάντα τα αντίδοτα σε κάθε μορφή ολοκληρωτισμού.
Ευλαβικά και φέτος , 52 χρόνια μετά, τον αυτοπυρπολισμό της ψυχής του Κώστα Γεωργάκη στη Γένοβα , θρηνούμε και ορκιζόμαστε πως δεν ξεχνάμε… ΑΘΑΝΑΤΟΣ.